ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΩΝ ΠΡΕΣΠΩΝ ΜΕ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΝΑΤΟΪΚΗ ΣΦΡΑΓΙΔΑ – Με το ΚΚΕ στον αγώνα ενάντια σε σχέδια που μυρίζουν μπαρούτι

Τη βδομάδα που έρχεται, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα δεδομένα, η κυβέρνηση σκοπεύει να φέρει για συζήτηση και ψήφιση στη Βουλή τη συμφωνία των Πρεσπών με την ΠΓΔΜ, την οποία από την πρώτη στιγμή έχει δηλώσει ότι θα καταψηφίσει το ΚΚΕ. Η συμφωνία θα κυρωθεί με τη μορφή της διακρατικής συμφωνίας και η έγκρισή της απαιτεί τη σχετική πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών. Λίγες μέρες αργότερα, σύμφωνα με τις κυβερνητικές εξαγγελίες, θα έρθει για κύρωση στη Βουλή το «πρωτόκολλο εισδοχής» της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, με το νέο συνταγματικό της όνομα «Βόρεια Μακεδονία».

Με αφορμή και τη συζήτηση για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης, που προκάλεσε η αποχώρηση Καμμένου από τον κυβερνητικό συνασπισμό, με αιχμή το ονοματολογικό της ΠΓΔΜ και την πρόθεσή του να μην ψηφίσει τη συμφωνία, η κυβέρνηση επιχειρεί να την εξωραΐσει στα μάτια του λαού, αξιοποιώντας γι’ αυτόν το σκοπό και τις εθνικιστικές θέσεις της ΝΔ και άλλων κομμάτων.

Παρά τις επιμέρους διαφωνίες τους στη συμφωνία, όλοι μαζί ξεπλένουν τον βρώμικο ρόλο του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στα Βαλκάνια, διαχρονικά και σήμερα. Από την αντιπαράθεσή τους, που συνεχίζει να επικεντρώνεται στο ονοματολογικό, κρύβεται το «κουκούτσι» της συμφωνίας, που δεν είναι άλλο από τον αμερικανοΝΑΤΟικό σχεδιασμό που την επέβαλε, προκειμένου να ισχυροποιηθεί η παρουσία του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στα Βαλκάνια και να ανασχεθεί η επιρροή κυρίως της ανταγωνίστριας Ρωσίας.

Κι ακριβώς επειδή η συμφωνία αυτή υπηρετεί επικίνδυνους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, που διαχρονικά στηρίχτηκαν στο «διαίρει και βασίλευε» στη Βαλκανική, διατηρεί το σπέρμα του εθνικισμού και του αλυτρωτισμού, για κάθε μελλοντική χρήση, ανάλογα με το τι εξυπηρετεί καλύτερα τα συμφέροντα των ισχυρών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, που ανταγωνίζονται για αγορές, σφαίρες επιρροής, αγωγούς και δρόμους μεταφοράς εμπορευμάτων στην ευρύτερη περιοχή.

Στη συνέχεια  παρατίθεται άρθρο του “Ριζοσπάστη” με βασικά σημεία αυτής της επικίνδυνης για τους λαούς συμφωνίας, τους στόχους που υπηρετεί, στο πλαίσιο της «ευρωατλαντικής ολοκλήρωσης» των Βαλκανίων και του ανταγωνισμού των ΗΠΑ – ΝΑΤΟ με τη Ρωσία, καθώς και ένα σύντομο, αλλά αποκαλυπτικό ιστορικό για το πώς φτάσαμε σε αυτήν.

Με το ΚΚΕ στον αγώνα ενάντια σε σχέδια που μυρίζουν μπαρούτι

Να εξωραΐσει τη ΝΑΤΟική συμφωνία των Πρεσπών στα μάτια του λαού επιχειρεί η κυβέρνηση, προσπαθώντας παράλληλα να παραστήσει ότι δήθεν νοιάζεται για την «αντικειμενική» ενημέρωση των εργαζομένων. Γι’ αυτό και το ΥΠΕΞ μοιράζει μέσω του Τύπου το κείμενο της συμφωνίας, την ίδια στιγμή που όλα τα κυβερνητικά στελέχη κλιμακώνουν την εκστρατεία αποπροσανατολισμού, παρουσιάζοντας το μαύρο ως άσπρο, ως προς το περιεχόμενό της.

Γιατί μπορεί να είναι θεμιτό το να διαβάσουν όσο περισσότεροι γίνεται τη συμφωνία, αλλά όταν αυτή η «ανάγνωση» αποσπάται από το «πώς φτάσαμε ως εδώ», από το τι μεσολάβησε τα τελευταία δύο χρόνια, πώς επιταχύνθηκαν οι εξελίξεις π.χ. από τις ταραχές στα Σκόπια τον Απρίλη του 2017 και πώς κλιμακώθηκαν οι παρεμβάσεις των ιμπεριαλιστικών κέντρων στην περιοχή, τότε ακόμα κι αν κάποιος αποστηθίσει γραμμή προς γραμμή το κείμενο, εύκολα επικρατεί η σύγχυση για τον πραγματικό του στόχο.

Πέρα από την ιστορική αναδρομή στους τελευταίους μήνες, ακόμα μεγαλύτερη σημασία έχει να διακρίνει ο λαός τα κρίσιμα διακυβεύματα που καθοδήγησαν τους εμπνευστές της συμφωνίας. Δηλαδή, να δει τους οξυμένους ανταγωνισμούς στην περιοχή ανάμεσα σε ΗΠΑ – Ρωσία, που βάζουν τα Βαλκάνια στο επίκεντρο επικίνδυνων εξελίξεων για όλους τους λαούς της περιοχής. Και ότι αυτή η συμφωνία είναι μέρος των επικίνδυνων εξελίξεων και όχι πλευρά της αντιμετώπισής τους.

Το κυριότερο από όλα, όμως, είναι να συνειδητοποιήσουν ευρύτερα τμήματα εργαζομένων ότι πρόκειται για συμφωνία που μαντρώνει και τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ (αυτό καταγράφεται άλλωστε στο άρθρο 2) κι αυτό είναι αρνητική εξέλιξη και για τον ελληνικό και για το γειτονικό λαό. Μια εξέλιξη που φέρει τη σφραγίδα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, στο πλαίσιο των ρόλων που αναλαμβάνει στην περιοχή, υπηρετώντας τη γεωστρατηγική αναβάθμιση της αστικής τάξης. Μια «αναβάθμιση» που πληρώνουν ακριβά οι εργαζόμενοι αφού τους φορτώνει εκτός από αβάσταχτα βάρη και μεγάλους κινδύνους στο φόντο της κλιμακούμενης ενδοϊμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης.

Απάντηση στον αποπροσανατολισμό και την κάλπικη αντιπαράθεση

Στην ανάγκη, λοιπόν, να γίνει σαφές το παραπάνω πλαίσιο στο οποίο υπογράφτηκε η συμφωνία και έρχεται προς ψήφιση στη Βουλή ανταποκρίνεται η πλούσια αρθρογραφία του «Ριζοσπάστη του Σαββατοκύριακου». Το πλούσιο αφιέρωμα σχετικά με τη συμφωνία μπορεί και πρέπει να γίνει εργαλείο, να φτάσει πλατιά στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, να αποτελέσει μαχητική απάντηση στον αποπροσανατολισμό που επιχειρεί η κυβέρνηση, ειδικά ενόψει της έναρξης της συζήτησης στη Βουλή.

Και όσο περισσότερο αφομοιώνονται αυτές οι κρίσιμες για τους εργαζόμενους πλευρές, τόσο καλύτερα κατανοείται το πόσο κάλπικη είναι η αντιπαράθεση του ΣΥΡΙΖΑ με τη ΝΔ γύρω από την κύρωση ή μη της συμφωνίας. Γιατί το αμερικανοΝΑΤΟικό πλαίσιο που διέπει τη συμφωνία είναι αδιαπραγμάτευτο και για την κυβέρνηση και για τη ΝΔ, όπως και για τις υπόλοιπες δυνάμεις του αστικού πολιτικού συστήματος που εμφανίζονται να καταψηφίζουν τη συμφωνία. Ο λαός μπορεί να είναι απόλυτα σίγουρος ότι όποια αστική κυβέρνηση κι αν αναλάμβανε να διευθετήσει το ζήτημα με την ΠΓΔΜ υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, σίγουρα θα έφερνε μια αντιδραστική συμφωνία, που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, είτε λιγότερο είτε περισσότερο, θα άφηνε άθικτα τα σπέρματα του αλυτρωτισμού, που αξιοποιούνται κατά το δοκούν από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς.

Είναι χαρακτηριστική η επιμονή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ π.χ. να κατηγορεί τη ΝΔ ότι «δεν έχει επιχειρήματα», ότι ψάχνει «αφορμές για να διαφωνήσει» με τη συμφωνία των Πρεσπών. Στην ουσία αποτυπώνεται η αμηχανία της ΝΔ, το γεγονός ότι δεν διαφωνεί επί της ουσίας με την κυβέρνηση, αλλά συμφωνεί με τον πυρήνα της διευθέτησης. Πρόκειται για έμμεση ομολογία ότι η κυβέρνηση και η ΝΔ τσακώνονται για το πάπλωμα, ενώ συγκλίνουν στο πραγματικό ΝΑΤΟικό περιεχόμενο της διευθέτησης. Από την άλλη, το ψάρεμα που κάνει η ΝΔ στα θολά νερά του εθνικισμού, δίνει στην κυβέρνηση το άλλοθι να παρουσιάζεται με το μανδύα του ψευτοπροοδευτισμού, να παριστάνει το αντίπαλο δέος στη μισαλλοδοξία.

Για όλους τους παραπάνω λόγους ο λαός πρέπει να απορρίψει την επαίσχυντη συμφωνία, να πει ένα μεγάλο «ΟΧΙ», με περιεχόμενο αντιΝΑΤΟικό, αντιιμπεριαλιστικό, να εναντιωθεί στον εθνικισμό και τον αλυτρωτισμό. Μέσα από την κινητοποίησή του να καταγγείλει τόσο την κυβέρνηση όσο και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα που τον εμπλέκουν σε ανταγωνισμούς οι οποίοι μυρίζουν μπαρούτι. Να «υποδεχθεί» αγωνιστικά τη συμφωνία και να στείλει μήνυμα φιλίας και αλληλεγγύης με τους γείτονες λαούς. Να απορρίψει μαχητικά τα κηρύγματα κυβέρνησης και αστικής τάξης για μετατροπή της χώρας σε «ηγέτιδα δύναμη στα Βαλκάνια», δηλαδή σε βαποράκι των ματωμένων αμερικανοΝΑΤΟικών σχεδιασμών, και να αναπτύξει την κοινή πάλη με τους λαούς της περιοχής.

Κριτήριο η σταθερή θέση του ΚΚΕ

Η ίδια η συζήτηση στη Βουλή για τη συμφωνία, όπως όλα δείχνουν, θα αποτελέσει έναν δεύτερο γύρο μετακομίσεων, «ανακατέματος της τράπουλας» ανάμεσα στα αστικά κόμματα, ως άλλη μια ένδειξη της κοινής συνισταμένης πάνω στην οποία κινούνται. Μια διαδικασία που επιταχύνθηκε μετά το «διαζύγιο» Τσίπρα – Καμμένου ενόψει της συζήτησης για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Η αναδιάταξη αυτή στο αστικό πολιτικό σκηνικό, η διαμόρφωση συσχετισμών προς πάσα χρήση, με διαθέσιμα τα διάφορα «κόμματα – συμπληρώματα», μπορεί να τροφοδοτήσει με σημαντική πείρα το λαό, και μάλιστα ιδιαίτερα αναγκαία μπροστά στις νέες εκλογικές αναμετρήσεις. Να απορρίψει τη νεκρανάσταση του κάλπικου δίπολου «πρόοδος – συντήρηση», που επιχειρούν ο ΣΥΡΙΖΑ με τη ΝΔ, ώστε να κρατούν εγκλωβισμένες λαϊκές δυνάμεις στη λογική του «μικρότερου κακού» και του μονόδρομου της πολιτικής τους.

Ο λαός, που μπουχτίζει βλέποντας αυτήν τη φαρσοκωμωδία στα βουλευτικά έδρανα, έχει διέξοδο. Μπορεί να εκτιμήσει τη σταθερότητα του ΚΚΕ, να κάνει κριτήριό του ότι είναι το μοναδικό κόμμα που στέκεται με συνέπεια με την πλευρά των εργαζομένων. Που οι πράξεις του δεν απέχουν από τα λόγια του.

Οι κάλπες που θα στηθούν για την Τοπική Διοίκηση και για τις ευρωεκλογές, αλλά και για το Κοινοβούλιο, όποτε γίνουν βουλευτικές εκλογές, θα είναι μια μεγάλη ευκαιρία για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Ενισχύοντας το ΚΚΕ, σε δήμους και περιφέρειες, μπορούν να ορθωθούν περισσότερα εμπόδια στην εφαρμογή της βάρβαρης πολιτικής από το γρανάζι της Τοπικής Διοίκησης, να εκλεγούν πιο πολλοί αταλάντευτοι αγωνιστές στα Δημοτικά και Περιφερειακά Συμβούλια, που θα αφαιρούν αντιπάλους από το λαό και θα του προσθέτουν συμμάχους στον δίκαιο αγώνα του. Στις ευρωεκλογές, με την ενίσχυση του ΚΚΕ, να απορριφθούν από όσο γίνεται περισσότερους εργαζόμενους οι αυταπάτες που σπέρνει ο ΣΥΡΙΖΑ για το χαρακτήρα της ΕΕ, να δυναμώσει η παρουσία του Κόμματος στο Ευρωκοινοβούλιο, ώστε από καλύτερες θέσεις να ενημερώνει τους εργαζόμενους για τα βρώμικα σχέδια σε βάρος τους.

Κυρίως, να ενισχυθεί το ΚΚΕ παντού, ώστε να δυναμώσει το ρεύμα αμφισβήτησης αυτής της πολιτικής, να δυναμώσει η εργατική – λαϊκή πάλη, να μετρηθούν νέα βήματα στην αλλαγή των συσχετισμών.

Η πλούσια δράση που ήδη αναπτύσσει το Κόμμα ενόψει των τοπικών – περιφερειακών εκλογών δείχνει τις δυνατότητες να εκφραστεί στην πράξη η συμπόρευση νέων δυνάμεων από τα εργατικά – λαϊκά στρώματα μαζί του στην καθημερινή πάλη αλλά και στις κάλπες.

Η συμφωνία είναι ΝΑΤΟική και το φωνάζει!

«Καρδιά» της είναι το άρθρο 2, που καθορίζει με ακρίβεια τα βήματα στην πορεία ένταξης της ΠΓΔΜ σε ΝΑΤΟ και ΕΕ

Η συμφωνία των Πρεσπών αποτελείται από το προοίμιο και 20 άρθρα, που ρυθμίζουν έστω και σε επίπεδο διακηρύξεων πολλές ειδικές πλευρές στις σχέσεις των δύο κρατών.

Αδιαμφισβήτητα, όμως, αυτό που ξεχωρίζει είναι το άρθρο 2 της συμφωνίας, όπου καταγράφονται αναλυτικά οι «εγγυήσεις» από την πλευρά της Ελλάδας ότι θα στηρίξει την ένταξη της ΠΓΔΜ στους δύο ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, όπως και τα χρονοδιαγράμματα της ενταξιακής διαδικασίας.

Ανάμεσα σε άλλα, εκεί καταγράφεται:

«Το Πρώτο Μέρος (σ.σ. Ελλάδα) συμφωνεί να μην αντιταχθεί στην υποψηφιότητα ή την ένταξη του Δεύτερου Μέρους, υπό το όνομα και τις ορολογίες του Άρθρου 1 της παρούσας Συμφωνίας, σε διεθνείς, πολυμερείς και περιφερειακούς Οργανισμούς και θεσμούς, όπου το Πρώτο Μέρος είναι μέλος (…)

Από τη θέση σε ισχύ της παρούσας Συμφωνίας κατ’ εφαρμογή του Άρθρου 1 αυτής, το Πρώτο Μέρος θα κυρώσει οποιαδήποτε Συμφωνία εισδοχής του Δεύτερου Μέρους σε διεθνείς Οργανισμούς, στους οποίους το Πρώτο Μέρος είναι μέλος.

Ειδικότερα αναφορικά με τις διαδικασίες ενσωμάτωσης του Δεύτερου Μέρους στην ΕΕ και τον Οργανισμό Βορειοατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ), τα ακόλουθα θα ισχύσουν:

α) Το Δεύτερο Μέρος θα επιδιώξει ένταξη στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ υπό το όνομα και τις ορολογίες του Άρθρου 1 της παρούσας Συμφωνίας. Η ένταξη στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ θα λάβει χώρα υπό το ίδιο όνομα και ορολογίες.

β) Με τη λήψη της γνωστοποίησης της κύρωσης της παρούσας Συμφωνίας από το Κοινοβούλιο του Δεύτερου Μέρους, το Πρώτο Μέρος χωρίς καθυστέρηση:

(i) θα γνωστοποιήσει στον Πρόεδρο του Συμβουλίου της ΕΕ ότι υποστηρίζει την έναρξη των ενταξιακών στην ΕΕ διαπραγματεύσεων του Δεύτερου Μέρους υπό το όνομα και τις ορολογίες του Άρθρου 1 της παρούσας Συμφωνίας,

(ii) θα γνωστοποιήσει στον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ ότι υποστηρίζει να απευθυνθεί από το ΝΑΤΟ προς το Δεύτερο Μέρος πρόσκληση ένταξης…».

«Με το νι και με το σίγμα» καταγράφεται και το υπόλοιπο χρονοδιάγραμμα για την ένταξη στο ΝΑΤΟ. Θυμίζουμε ότι οι σχετικές επιστολές από την πλευρά της κυβέρνησης επιδόθηκαν από την πρώτη στιγμή στο ΝΑΤΟ, που στη Σύνοδό του τον περασμένο Ιούλη προχώρησε και επισήμως στην πρόσκληση έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων προς την ΠΓΔΜ.

Όλοι πλήρως ευθυγραμμισμένοι

Γι’ αυτό το κραυγαλέο άρθρο της συμφωνίας δεν αρθρώνουν λέξη ούτε η κυβέρνηση ούτε κανένα από τα άλλα κόμματα που υποτίθεται ότι διαφωνούν και λένε ότι θα την καταψηφίσουν. Κοσμοπολίτες και εθνικιστές, κανείς τους δεν αμφισβητεί το στόχο της «ευρωατλαντικής ολοκλήρωσης» που υπηρετεί η συμφωνία.

Η κυβέρνηση, από την πλευρά της, προσπαθεί να υποβαθμίσει το συγκεκριμένο άρθρο. Σε δηλώσεις τους, μάλιστα, υπουργοί και στελέχη της ισχυρίζονται ότι το άρθρο αυτό απλά ικανοποιεί τη θέληση του λαού της ΠΓΔΜ να γίνει η χώρα τους μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, πράγμα που η Ελλάδα δεν έχει κανέναν λόγο να εμποδίσει.

Με τέτοιες σοφιστείες και μπαγαποντιές προσπαθούν να κρύψουν ότι έχουν αναλάβει βρώμικο ρόλο και αποστολή από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ να σπρώξουν μπροστά τον ευρωατλαντικό σχεδιασμό στα Βαλκάνια, με την ένταξη και της ΠΓΔΜ στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις. Με την υλοποίηση αυτού του σχεδιασμού, η αστική τάξη στην Ελλάδα, το παλιότερο κράτος – μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στην περιοχή, συναρτά την αναβάθμισή της στην περιοχή.

Έδαφος για να φυτρώνει ο αλυτρωτισμός…

Οι αναφορές σε «μακεδονική» ιθαγένεια και γλώσσα αφήνουν περιθώρια για μελλοντικές αμφισβητήσεις και τροφοδοτούν τον εθνικισμό στα δύο κράτη

Η συμφωνία – σε αντίθεση με όσα ισχυρίζεται η κυβέρνηση – διατηρεί ολοζώντανο το «σπέρμα» του αλυτρωτισμού, κυρίως στα σημεία εκείνα όπου κατοχυρώνονται όροι όπως «μακεδονική ιθαγένεια» («nationality» στο πρωτότυπο αγγλικό κείμενο της συμφωνίας) και «μακεδονική γλώσσα».

Συγκεκριμένα, πέρα από την αλλαγή του ονόματος της γείτονος σε «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας», που θα ισχύει «erga omnes», το άρθρο 1 της συμφωνίας ορίζει ότι η ιθαγένεια (nationality) του δεύτερου μέρους θα είναι «Μακεδονική/πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας» και έτσι θα εγγράφεται σε όλα τα ταξιδιωτικά έγγραφα, ενώ η επίσημη γλώσσα θα είναι η «μακεδονική» γλώσσα.

Στη συνέχεια, γίνεται προσπάθεια να διασκεδαστούν οι εντυπώσεις από την αναγνώριση «μακεδονικής» ιθαγένειας και γλώσσας, με διαχωρισμό από την αρχαία ιστορία της Μακεδονίας. Να σημειωθεί εδώ ότι η κυβέρνηση υπερασπίζεται τα στοιχεία αυτά της συμφωνίας με το αντιδραστικό ιδεολόγημα του «αυτοπροσδιορισμού», που ανοίγει την πόρτα για κάθε λογής επικίνδυνα σχέδια. Το ίδιο πρόβλημα γεννάνε και οι αναφορές στον «μακεδονικό λαό».

Αυτό το πρόβλημα δεν αλλάζει ούτε από τη ρηματική διακοίνωση που απέστειλε την περασμένη Τετάρτη στην Ελλάδα το υπουργείο Εξωτερικών της γειτονικής χώρας, για να ενημερώσει ότι ολοκληρώθηκαν οι διαδικασίες της συνταγματικής αναθεώρησης.

Το κείμενο αυτό κατέθεσε ο Έλληνας πρωθυπουργός στα πρακτικά της Βουλής, στην αντιπαράθεσή του με τη ΝΔ, παρουσιάζοντάς το ως δήθεν τεκμήριο ότι τελειώνει το ζήτημα της «εθνικότητας» ή της «γλώσσας».

Σύμφωνα με το κείμενο: «Το ΥΠΕΞ της Δημοκρατίας της Μακεδονίας σύμφωνα με το γράμμα και το πνεύμα της Συμφωνίας (σ.σ. των Πρεσπών) δηλώνει ότι ο όρος “εθνικότητα” (nationality) του δεύτερου μέρους (σ.σ. της ΠΓΔΜ) όπως ορίζεται από άρθρο 1 (3)(β) της Συμφωνίας ως “Μακεδόνας/πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας” αναφέρεται αποκλειστικά σε ιθαγένεια (citizenship) και δεν καθορίζει ούτε προδικάζει εθνική ένταξη/εθνότητα (ethnicity), όπως διατυπώνεται στο άρθρο 2(2) του Συνταγματικού νόμου για την υιοθέτηση των συνταγματικών τροποποιήσεων 34, 35, 36, 37 στο Σύνταγμα της Δημοκρατίας της Μακεδονίας.

Το υπουργείο επίσης σημειώνει ότι όπως αναφέρεται στο άρθρο 1 (3), άρθρο (7) και ειδικότερα στο άρθρο 7 (3) και (4) με την “μακεδονική γλώσσα” γίνεται αναφορά στην επίσημη γλώσσα του δεύτερου μέρους όπως έχει αναγνωρισθεί στην 3η Διάσκεψη του ΟΗΕ για τον Προσδιορισμό Γεωγραφικών Ονομάτων που έγινε το 1977 στην Αθήνα, που είναι μέσα στην ομάδα των νοτιοσλαβικών γλωσσών».

Μεγάλα ερωτήματα και ανησυχίες

Τα ερωτήματα που προκύπτουν από την επιλογή αυτών των όρων στη συμφωνία είναι πολλά, καθώς στη μεν ΠΓΔΜ αξιοποιούνται από την κυβέρνηση Ζάεφ για να πιστοποιήσουν την αναγνώριση της «μακεδονικής» ταυτότητας και γλώσσας, στη δε Ελλάδα αξιοποιούνται από εθνικιστικές κυρίως δυνάμεις, για να αποδείξουν ότι προσβάλλεται η «ελληνικότητα της μίας και μοναδικής Μακεδονίας».

Μακεδονικό έθνος δεν υπήρξε ποτέ στη Βαλκανική, ούτε βέβαια μακεδονική γλώσσα. Και μόνο το γεγονός ότι ο όρος «Μακεδόνας» συνεχίζει να υπάρχει για τον προσδιορισμό των κατοίκων της συγκεκριμένης χώρας, έστω και με τον «μανδύα» της ιθαγένειας, γεννάει πολλά ερωτήματα και ανησυχίες για το πώς μπορεί να αξιοποιηθεί στο μέλλον. Το ίδιο και οι αναφορές σε «μακεδονική» γλώσσα.

Το βέβαιο είναι ότι η χρήση αυτών των όρων κρατάει ζωντανή τη συζήτηση περί «μακεδονικού» έθνους και επομένως μπορεί μελλοντικά να αξιοποιηθεί για διεκδικήσεις και αμφισβητήσεις σε βάρος γειτονικών κρατών. Έτσι, από τη μια μπορούν να σηκωθούν ζητήματα αναζήτησης «ομογενών Μακεδόνων» σε γειτονικά κράτη, ενώ από την άλλη π.χ. στην Ελλάδα να σηκωθούν εθνικιστικές κορόνες με το εξίσου ανιστόρητο «η Μακεδονία είναι μία και ελληνική».

Το έργο το έχουν δει πολλές φορές στο παρελθόν οι λαοί των Βαλκανίων, που έγιναν θύματα στις μυλόπετρες του ανταγωνισμού των αστικών τάξεων και των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών, με το «διαίρει και βασίλευε» που βασίζεται στην υποδαύλιση εθνικισμών και αλυτρωτισμών, με την αξιοποίηση υπαρκτών ή μη μειονοτικών ζητημάτων.

Η τροπολογία 36

Στην τροπολογία 36, που ψηφίστηκε στη Βουλή της ΠΓΔΜ, γίνεται αναφορά στην προστασία, εγγύηση και καλλιέργεια των «ιδιαιτεροτήτων» και της ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς του «μακεδονικού λαού». Γίνεται επίσης αναφορά στην «προστασία των συμφερόντων των υπηκόων που ζουν ή διαμένουν στο εξωτερικό».

Παρακάτω καταγράφεται πως η Πολιτεία «μεριμνά για τη διασπορά του μακεδονικού λαού και για μέρος του αλβανικού λαού, του τουρκικού λαού, του βλάχικου λαού, του σερβικού λαού, του λαού των Ρομά, του βοσνιακού λαού και των άλλων και καλλιεργεί και προωθεί τους δεσμούς με την πατρίδα».

Το σημείο αυτό βεβαίως υποτίθεται ότι ανταποκρίνεται στον «πολυεθνικό» χαρακτήρα του κράτους, όμως δημιουργεί πολλά εύλογα ερωτήματα για πιθανές ερμηνείες της στο μέλλον, με δεδομένο ότι εμφανίζεται το κράτος της ΠΓΔΜ να «μεριμνά» για έθνη και εθνότητες που βρίσκονται σε όλο τον βαλκανικό χώρο.

Αν και διαβεβαιώνεται ότι το κράτος στην ΠΓΔΜ «δεν θα αναμειγνύεται στα κυριαρχικά δικαιώματα άλλων κρατών και στις εσωτερικές τους υποθέσεις».

Αναθεώρηση του Συντάγματος και αμφισβητούμενες ερμηνείες

Οι τέσσερις βασικές συνταγματικές τροποποιήσεις που ψηφίστηκαν στις 11/1/2019 από 81 βουλευτές του 120μελούς Κοινοβουλίου της ΠΓΔΜ ήταν αποτέλεσμα σκληρών παζαριών, τόσο με τους οκτώ βουλευτές που διαφοροποιήθηκαν από την αξιωματική αντιπολίτευση του εθνικιστικού VMRO – DPMNE, όσο και με μικρότερα αντιπολιτευόμενα κόμματα της αλβανόφωνης μειονότητας (BESA, AA).

Ταυτόχρονα, τα παζάρια της τελευταίας στιγμής, κυρίως ανάμεσα στον σοσιαλδημοκράτη πρωθυπουργό Ζόραν Ζάεφ και το BESA, ανέδειξαν την πολυεθνοτική φύση του κράτους, που μπορεί μελλοντικά να αξιοποιηθεί από ιμπεριαλιστικές δυνάμεις ως εργαλείο για το γνωστό «διαίρει και βασίλευε».

Πάντως, στον συνοδευτικό συνταγματικό νόμο – που ουσιαστικά δίνει νομική ισχύ στις τροποποιήσεις – δεν θα μπορούσε να διατυπωθεί πιο ξεκάθαρα το ουσιαστικό: Ότι βασικός στόχος της συμφωνίας ΠΓΔΜ – Ελλάδας είναι η ένταξη της πρώτης στο ΝΑΤΟ.

Σημειώνεται επί λέξει: «Οι τροπολογίες αυτές (33, 34, 35, 36) αποτελούν συστατικό μέρος του Συντάγματος της Δημοκρατίας της Μακεδονίας και τίθενται σε ισχύ με τη θέση σε ισχύ της Τελικής Συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών που περιγράφονται στις Αποφάσεις 817 (1993) και 845 (1993) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, για την παύση της ισχύος της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995 και για την εγκαθίδρυση στρατηγικής εταιρικής σχέσης μεταξύ των μερών και την κύρωση του Πρωτοκόλλου ένταξης στο ΝΑΤΟ από το Πρώτο Μέρος της Τελικής Συμφωνίας».

Συνταγματικές αλλαγές και τροπολογίες

Ειδικότερα, μεταξύ των αλλαγών που δρομολόγησε στο Σύνταγμα της γειτονικής χώρας η συμφωνία των Πρεσπών, ξεχωρίζουν:

  • Η μετονομασία της χώρας σε «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας» και η αντικατάσταση της λέξης «Μακεδονία» από τις λέξεις «Βόρεια Μακεδονία» εκτός από το άρθρο 36 του Συντάγματος (αλλαγή με την τροπολογία 33).
  • Στην τροπολογία 35 επισημαίνεται πως «η Πολιτεία σέβεται την κυριαρχία, την εδαφική ακεραιότητα και την πολιτική ανεξαρτησία των γειτονικών κρατών».

Στον συνοδευτικό συνταγματικό εφαρμοστικό νόμο που συνοδεύει τις τροποποιήσεις ξεχωρίζουν:

  • Η αναφορά σε «μακεδονική ιθαγένεια» και στον καθορισμό του «πολίτη της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας». Ωστόσο, διευκρινίζεται πως στα προσωπικά έγγραφα και ταξιδιωτικά έγγραφα των (Σλαβομακεδόνων) πολιτών θα αναγράφεται στη «μακεδονική γλώσσα» και στην κυριλλική της γραφή. Στα προσωπικά και ταξιδιωτικά έγγραφα των πολιτών «που μιλούν επίσημη γλώσσα διαφορετική από τη μακεδονική γλώσσα και την κυριλλική της γραφή, θα αναγράφεται στη μακεδονική γλώσσα και την κυριλλική της γραφή και σε αυτήν τη γλώσσα και τη γραφή της, και το ίδιο θα ισχύει σε αυτήν τη γλώσσα σε όλους τους νόμους που πρέπει να εφαρμοστεί». Π.χ. για Αλβανούς της ΠΓΔΜ θα αναγράφεται η υπηκοότητα και στην κυριλλική και στη λατινική γραφή. Σημειώνεται επίσης ότι η «εναρμόνιση» των υφιστάμενων επίσημων εγγραφών στη νέα ονομασία της χώρας θα ολοκληρωθεί έως το 2024.
  • Στις αλλαγές της τελευταίας στιγμής συγκαταλέγεται και η αναφορά στην «κυριαρχία, την εδαφική ακεραιότητα και την πολιτική ανεξαρτησία των γειτονικών χωρών: Δημοκρατία της Αλβανίας, Δημοκρατία της Βουλγαρίας, Ελληνική Δημοκρατία, Δημοκρατία του Κοσσόβου και Δημοκρατία της Σερβίας».

Με τον τρόπο αυτό – και μάλιστα σε αναφορά που υποτίθεται ότι αφορά την υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας γειτονικών κρατών – καταγράφεται στο Σύνταγμα η αναγνώριση του προτεκτοράτου του Κοσσυφοπεδίου, ώστε να αποφευχθούν «απρόβλεπτες εμπλοκές» μελλοντικά στην ένταξη της χώρας στους ευρωατλαντικούς θεσμούς (ΝΑΤΟ – ΕΕ), την οποία επιθυμούν όλα τα αστικά κόμματα, και ο Πρόεδρος της χώρας Γκιόργκι Ιβάνοφ, παρ’ όλη τη διαφωνία του στη συμφωνία.

Οι πρόσφατες ρωσικές αμφισβητήσεις της νομιμότητας των συνταγματικών τροπολογιών στη γειτονική χώρα και οι απειλές ότι θα θέσει το ζήτημα στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, αν μη τι άλλο, επιβεβαιώνουν το γεγονός της επικίνδυνης ενδοϊμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης που θα κλιμακωθεί

Άλλα σημαντικά άρθρα της συμφωνίας

Με βάση τη συμφωνία, η συζήτηση μιας σειράς ζητημάτων που άπτονται των αλυτρωτισμών παραπέμπεται σε μεταγενέστερο στάδιο. Π.χ. στο άρθρο 8 σημειώνεται ότι «εντός ενός μηνός από τη θέση σε ισχύ της παρούσης Συμφωνίας, τα μέρη θα συγκροτήσουν (…) μία Κοινή Διεπιστημονική Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων σε ιστορικά, αρχαιολογικά και εκπαιδευτικά θέματα, για να εξετάσει την αντικειμενική, επιστημονική ερμηνεία των ιστορικών γεγονότων (…) Θα εξετάσει και, εφόσον θεωρήσει κατάλληλο, θα αναθεωρήσει οιαδήποτε σχολικά εγχειρίδια και βοηθητικό σχολικό υλικό, όπως χάρτες, ιστορικούς άτλαντες, οδηγούς διδασκαλίας που χρησιμοποιούνται σε έκαστο από τα μέρη» κ.ά.

Την «τιμητική» τους στη συμφωνία έχουν και τα επιχειρηματικά σχέδια με έμφαση στη «διασυνδεσιμότητα» υποδομών και δικτύων της περιοχής, στην Ενέργεια και τις Μεταφορές, όπου η αστική τάξη της Ελλάδας βλέπει «πεδίον δόξης λαμπρόν» για τα συμφέροντά της, μέσα και από την προώθηση των αντίστοιχων σχεδίων των ΗΠΑ και την «ολοκλήρωση» της ευρωενωσιακής αγοράς.

Χαρακτηριστικά είναι όσα καταγράφονται στο άρθρο 14 της συμφωνίας: «Τα Συμβαλλόμενα Μέρη (…) θα αναπτύξουν και θα ενισχύσουν τη συνεργασία τους όσον αφορά στην Ενέργεια, ιδίως διά της κατασκευής, συντήρησης και χρήσης διασυνδεόμενων αγωγών φυσικού αερίου και πετρελαίου (υφιστάμενων, υπό κατασκευή και σχεδιαζόμενων) και όσον αφορά στις ΑΠΕ, περιλαμβανομένων των φωτοβολταϊκών, της αιολικής και της υδροηλεκτρικής ενέργειας. Πιθανά εκκρεμή ζητήματα θα αντιμετωπιστούν χωρίς καθυστέρηση, με τη σύναψη αμοιβαίως επωφελών διακανονισμών λαμβάνοντας σοβαρά υπόψιν την Ευρωπαϊκή Ενεργειακή Πολιτική και το ευρωπαϊκό κεκτημένο (…) θα βελτιώνουν συνέργειες στους τομείς των υποδομών και των μεταφορών, καθώς και, στη βάση της αμοιβαιότητας, στους τομείς των οδικών, σιδηροδρομικών, θαλάσσιων, αεροπορικών και επικοινωνιακών διασυνδέσεων, αξιοποιώντας τις καλύτερες διαθέσιμες τεχνολογίες και πρακτικές. Θα διευκολύνουν, επίσης, τη μεταξύ τους διαμετακόμιση αγαθών, φορτίων και προϊόντων μέσω των υποδομών, περιλαμβανομένων των λιμένων και των αερολιμένων στο έδαφος καθενός εκ των μερών».

Διαχρονική και κρυστάλλινη η θέση του ΚΚΕ

Με τη δημοσιοποίηση της συμφωνίας των Πρεσπών, το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ σημείωνε σε ανακοίνωσή του ότι αυτή «επιτεύχθηκε με την απροκάλυπτη παρέμβαση των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, έχει τη σφραγίδα τους και υπογράφτηκε με βάση τις προθεσμίες και τα χρονοδιαγράμματα που καθόρισαν αυτοί οι οργανισμοί, για να προχωρήσει η “ευρωατλαντική ολοκλήρωση” στα Δυτικά Βαλκάνια. Αυτός ο στόχος προκύπτει ξεκάθαρα από το κείμενο της συμφωνίας και δεν είναι τυχαίο ότι οι πρώτοι που έσπευσαν να τη χαιρετίσουν ήταν το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το ΝΑΤΟ και η ΕΕ.

Γι’ αυτόν το λόγο, άλλωστε, η όλη διαδικασία επικεντρώθηκε στο όνομα της γειτονικής χώρας, ενώ μια σειρά από κρίσιμα ζητήματα, όπως η αντιμετώπιση του αλυτρωτισμού, με τις απαραίτητες αλλαγές στο Σύνταγμα της γειτονικής χώρας, όχι μόνο παραπέμπονται στο αβέβαιο μέλλον, αλλά η κατάσταση περιπλέκεται με την αποδοχή από την ελληνική κυβέρνηση των θέσεων περί “Μακεδόνα πολίτη” και “Μακεδονικής γλώσσας”, που αποτελούν το “σπέρμα” του αλυτρωτισμού. Κατά συνέπεια είναι μια συμφωνία που δεν μπορεί να εξασφαλίσει λύση προς όφελος του ελληνικού λαού, του λαού της γειτονικής χώρας και όλων των λαών της περιοχής».

Απαντώντας στους κυβερνητικούς ισχυρισμούς ότι δήθεν αυτή η συμφωνία θα διασφαλίσει την ειρήνη, τη συνεργασία και τη σταθερότητα στα Βαλκάνια και την ευρύτερη περιοχή, το ΚΚΕ σημείωνε ότι «είναι πέρα για πέρα ψευδείς, παραπλανητικοί και ανιστόρητοι. Παραγνωρίζεται και αποσιωπάται συνειδητά ότι το ΝΑΤΟ και η ΕΕ είναι παράγοντες ανασφάλειας και αλλαγής συνόρων, υποδαύλισης των εθνικισμών και των αλυτρωτισμών. Ιδιαίτερα οι λαοί των Βαλκανίων έχουν γνωρίσει στο πετσί τους την πολιτική των ιμπεριαλιστών όλα αυτά τα χρόνια.

Αποσιωπάται ότι η πορεία της Ελλάδας, της Τουρκίας, της Αλβανίας, του Μαυροβουνίου, της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στο ΝΑΤΟ και η επέκταση των σχεδιασμών της ΕΕ συνυπάρχουν με αμφισβήτηση συνόρων, παραβιάσεις κυριαρχικών δικαιωμάτων, ανακίνηση ακόμα και ανύπαρκτων μειονοτικών ζητημάτων σε βάρος των λαών της περιοχής. Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις αποτελούν το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα.

Αποσιωπάται, επίσης, ότι η ευρύτερη περιοχή βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα των ανταγωνισμών, γι’ αυτό και δυναμώνουν οι επεμβάσεις, η μετακίνηση ισχυρών στρατιωτικών δυνάμεων, η εγκατάσταση νέων στρατιωτικών βάσεων κ.λπ. Η ένταξη των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ είναι μέρος αυτών των συνολικών σχεδιασμών, στο πλαίσιο του ανταγωνισμού με άλλα ισχυρά κράτη, όπως η Ρωσία».

Για το ρόλο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, στην ανακοίνωση σημειωνόταν ότι «έχει εξελιχθεί στον καλύτερο σημαιοφόρο των σχεδιασμών του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στην περιοχή, για χάρη τμημάτων του ελληνικού κεφαλαίου που διεκδικούν μεγαλύτερα κέρδη από το ξαναμοίρασμα της περιοχής, από τη ληστεία και την εκμετάλλευση των λαών. Είναι η άλλη όψη της αντιλαϊκής πολιτικής στο εσωτερικό, που τσακίζει το εισόδημα και τα δικαιώματα του λαού.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, με το μανδύα του κοσμοπολιτισμού, αθωώνει το ρόλο του ιμπεριαλισμού, καλλιεργώντας την ψευδαίσθηση ότι η διεύρυνση των ιμπεριαλιστικών οργανισμών κατοχυρώνει την ειρήνη και τη φιλία των λαών. Παρά τη φαινομενική αντίθεσή του, συναντιέται και βοηθιέται από εθνικιστικές δυνάμεις, που αν και αντιδρούν στη συμφωνία, δεν αμφισβητούν την ενίσχυση του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στην περιοχή». Τέλος, το ΚΚΕ καλούσε τον ελληνικό λαό και τους λαούς της περιοχής «να δυναμώσουν την αλληλεγγύη και την κοινή πάλη κατά των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών, του εθνικισμού, κατά του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Να μην υπάρχει κανένας εφησυχασμός, όπως προσπαθεί να καλλιεργήσει η κυβέρνηση».

Οι θέσεις του ΚΚΕ επιβεβαιώθηκαν

Από την αρχή που προέκυψε το πρόβλημα το ΚΚΕ είχε ξεκάθαρη και κρυστάλλινη θέση και μόνο ως διαστρέβλωση της Ιστορίας μπορεί να θεωρηθεί κάθε αμφισβήτηση αυτού του γεγονότος.

Αυτή η θέση διατυπώθηκε το 1992 στις συσκέψεις των πολιτικών αρχηγών, όπου η τότε ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Αλ. Παπαρήγα, αρνήθηκε να υπογράψει κοινό ανακοινωθέν, σημειώνοντας τις αντιρρήσεις του Κόμματος στο να περιορίζεται το θέμα στο ονοματολογικό. Σημείωνε χαρακτηριστικά: «Είτε απαλειφθεί το όνομα είτε δεν απαλειφθεί είτε υπάρξει παραλλαγή του, τα προβλήματα για την Ελλάδα αλλά και για τους λαούς των Βαλκανίων θα υπάρχουν, θα γίνονται όλο και πιο έντονα, εφόσον συνεχίζεται επέμβαση ξένων δυνάμεων στα Βαλκάνια, ηγετικών χωρών της ΕΟΚ και των ΗΠΑ. Εφόσον συνεχιστεί η πολιτική του “διαίρει και βασίλευε”. Εφόσον χρησιμοποιούνται υπαρκτές αλλά και ανύπαρκτες μειονότητες ως μέσο επεμβάσεων και υποκίνησης εμφυλίου πολέμου, μέσω του οποίου δίνεται η δυνατότητα για τις μεγάλες δυνάμεις να κατακερματίζουν τα Βαλκάνια. Αυτή είναι η βασική αφετηριακή διαφωνία την οποία θέλαμε να την υπογραμμίσουμε για άλλη μια φορά και στη σημερινή σύσκεψη αλλά και δημόσια στον ελληνικό λαό».

Σε άρθρο στον «Ριζοσπάστη» στις 22 Σεπτέμβρη 1991, που υπέγραφε ο Δ. Κουτσούμπας, μέλος τότε της ΚΕ του Κόμματος, με τίτλο «ΚΚΕ: Στάση ευθύνης για τα εθνικά θέματα», αναφέρεται: «Το ΚΚΕ θεωρεί ότι πρέπει να αποκλειστεί στα Βαλκάνια κάθε επέμβαση από ξένη μη βαλκανική χώρα. Κι αυτό για τον εμφανή λόγο ότι τα Βαλκάνια αποτελούν πεδίο ανταγωνισμού βασικά της Γερμανίας και των ΗΠΑ.Οι χώρες αυτές υποθάλπουν και ενθαρρύνουν αποσχιστικές τάσεις (…) Δεν πρέπει να επιτρέψουμε οποιαδήποτε αμφισβήτηση συνόρων ιδιαίτερα μετά τις εξελίξεις στη γειτονική Γιουγκοσλαβία. Η θέση του ΚΚΕ είναι δεδομένη ότι δεν υπάρχει “μακεδονικό ζήτημα”».

Το 2006, σε δήλωσή του, ο Δ. Κουτσούμπας, μέλος τότε του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, για το ζήτημα της ονομασίας του αεροδρομίου των Σκοπίων, έλεγε: «Το παιχνίδι με την Ιστορία για την εξυπηρέτηση σύγχρονων πολιτικών σχεδίων έχει αποκτήσει πλέον γενικευμένο και επικίνδυνο χαρακτήρα. Η λύση για τους λαούς της Ελλάδας, της ΠΓΔΜ, όλης της περιοχής βρίσκεται μόνο στη φιλία, στη συνεργασία και την αλληλεγγύη, βρίσκεται μακριά από την ιμπεριαλιστική πολιτική του “διαίρει και βασίλευε”, βρίσκεται μακριά και έξω από τις ευρωατλαντικές δομές».

Το Φλεβάρη του 2008, η Αλ. Παπαρήγα, συνοδευόμενη από τον Δ. Κουτσούμπα, μέλος τότε του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, συναντιέται με την Ντ. Μπακογιάννη, υπουργό Εξωτερικών της κυβέρνησης της ΝΔ, η οποία την ενημέρωσε για το θέμα της ΠΓΔΜ. Εκεί η τότε ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ σημείωσε:

«Για άλλη μια φορά είπαμε στην κα Μπακογιάννη ότι παραμένουμε σταθεροί στη θέση που είχαμε διατυπώσει το 1992 για τις προϋποθέσεις που θα πρέπει να εκπληροί το όνομα της γειτονικής χώρας (…) Σήμερα μας απειλεί ενδεχομένως καινούρια φωτιά με τη δημιουργία αμερικανικών προτεκτοράτων στα Βαλκάνια. Ενα απ’ αυτά είναι και το Κοσσυφοπέδιο που ανεξαρτητοποιείται, αλλά και η ΠΓΔΜ. Κι αυτό που μας ανησυχεί, πάνω απ’ όλα κι ανεξάρτητα από το ποιο θα είναι το όνομα, είναι το γεγονός ότι οι λαοί των Βαλκανίων έχουν γίνει κλοτσοσκούφι στη διαπάλη, που γίνεται στην περιοχή, ηγετικών μεγάλων δυνάμεων, της ΕΕ, των ΗΠΑ και της Ρωσίας που μπήκε πρόσφατα με το ενεργειακό. Και σ’ αυτό το κλοτσοσκούφι είναι μπλεγμένη και η Ελλάδα, η οποία λόγω των δεσμεύσεών της έχει και τα λιγότερα εργαλεία για να αντιμετωπίσει τα όποια περίπλοκα προβλήματα υπάρχουν». Την επόμενη μέρα (21/02/2008) ο «Ριζοσπάστης» κυκλοφορεί με τίτλο: «Απειλητικές για τους λαούς οι εξελίξεις στα Βαλκάνια. ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ ΦΩΤΙΑ με τη δημιουργία προτεκτοράτων από τους ιμπεριαλιστές». Στο κύριο θέμα διαβάζουμε: «Όσο για την ονομασία της ΠΓΔΜ, εάν και εφόσον περιέχει τον όρο Μακεδονία πρέπει να είναι απαρέγκλιτα ονομασία γεωγραφικού προσδιορισμού. Διότι αν δε θεωρηθεί γεωγραφικός, από κει και πέρα μπορεί να εγείρεται ζήτημα αλλαγής συνόρων, μακεδονικής εθνότητας, μειονότητας στην Ελλάδα».

  • Από τον “Ριζοσπάστη” του Σαββατο-Κύριακου 19-20 Γενάρη 2019