
Εκτενή αποσπάσματα από την ομιλία του Μάκη Μαΐλη, μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ, στην εκδήλωση της Οργάνωσης Σπουδάζουσας Αθήνας της ΚΝΕ για τα 45 χρόνια από την εξέγερση του Πολυτεχνείου και τα 50 χρόνια από την ίδρυση της KNE.
Σ’ ένα κατάμεστο αμφιθέατρο στη Νομική, η Οργάνωση Σπουδάζουσας Αθήνας της ΚΝΕ τίμησε την περασμένη Τρίτη 13 Νοέμβρη την 45η επέτειο από την εξέγερση του Πολυτεχνείου και τα 50 χρόνια από την ίδρυση της ΚΝΕ, στην εκδήλωση που οργάνωσε με τίτλο «Στο δρόμο του αγώνα συνεχίζουμε». Η εκδήλωση, στην οποία μίλησε ο Μάκης Μαΐλης, μέλος της ΚΕ και υπεύθυνος του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ, φώτισε πλευρές του ξεσηκωμού, ανέδειξε τον επίκαιρο χαρακτήρα των βασικών συνθημάτων του, το ρόλο του ΚΚΕ και της ΚΝΕ στον αντιδικτατορικό αγώνα και τα διδάγματα που προκύπτουν για το σήμερα. Ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει σήμερα εκτενή αποσπάσματα από την ομιλία.
Πέρασαν 45 χρόνια και το Πολυτεχνείο συνεχίζει να εμπνέει, παρά τις σκληρές και ύπουλες επιθέσεις που δέχεται εδώ και 45 χρόνια. Ξεχωρίζει η προσπάθεια της αστικής τάξης, των κομμάτων της και του Τύπου της, που ισχυρίζονται ότι το Πολυτεχνείο τελείωσε με την αποκατάσταση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, το 1974.
Το Πολυτεχνείο υποφέρει ακόμα από φλυαρίες διάφορων ομάδων, που τις συνοδεύουν με συκοφαντικές επιθέσεις σε βάρος του ΚΚΕ και της ΚΝΕ.
Τι ήταν το Πολυτεχνείο; Τα δεδομένα που υπάρχουν λένε:
Το Πολυτεχνείο έγινε σε αντίθεση και κόντρα με τους νόμους και τη χουντική κυβέρνηση, αλλά και κόντρα στη θέληση και τους σχεδιασμούς των αστικών πολιτικών ηγεσιών που συνομιλούσαν με τη χούντα για συμφωνημένη αλλαγή στη διακυβέρνηση.
Δεύτερον: Το Πολυτεχνείο έγινε το επίκεντρο συγκέντρωσης και μαχητικής συμμετοχής χιλιάδων λαού και νεολαίας, το επίκεντρο της σύγκρουσης με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του κράτους. Με νεκρούς, τραυματίες και συλληφθέντες, καταγράφηκε στη λαϊκή συνείδηση ως ένας ηρωικός αγώνας, που μαζί με το πραξικόπημα της χούντας στην Κύπρο και την τουρκική εισβολή, επιτάχυνε την κατάρρευση της δικτατορίας.
Επρόκειτο, λοιπόν, για έναν αγώνα με στοιχεία εξέγερσης. Εξέφραζε ώριμες λαϊκές διαθέσεις. Αυτό επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι τις ίδιες μέρες έγιναν καταλήψεις και στα Πανεπιστήμια της Θεσσαλονίκης, της Πάτρας, των Ιωαννίνων.
Το Πολυτεχνείο ήταν η κορύφωση της αντιδικτατορικής πάλης, που ωστόσο είχε στοιχεία του αυθόρμητου και προβλήματα οργάνωσης. Τελικά, με την εκλογή Συντονιστικής Επιτροπής Αγώνα δόθηκε προσανατολισμός, διαμορφώθηκε πλαίσιο πάλης, οργανώθηκε ο ραδιοφωνικός σταθμός. Τα συνθήματα «Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία», «Εξω το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ», «Κάτω η δικτατορία», αποτυπώθηκαν και στη διακήρυξη της Συντονιστικής Επιτροπής. Ετσι εξελίχθηκε ο αγώνας, που κορυφώθηκε μέχρι που το Πολυτεχνείο χτυπήθηκε από τα τανκς.
Το Πολυτεχνείο αντανακλούσε το επίπεδο του λαϊκού κινήματος, πρωταρχικά του εργατικού (…)
Πώς φτάσαμε στο Πολυτεχνείο;
Το πραξικόπημα στις 21 Απριλίου 1967 αιφνιδίασε και το Κόμμα μας. Πάνω από 6.000 κομμουνιστές, μέλη της ΕΔΑ και της Νεολαίας Λαμπράκη πιάστηκαν την ίδια νύχτα από την αστυνομία. Αποτέλεσμα ήταν να αποκεφαλιστεί το εργατικό – λαϊκό κίνημα, που δέχτηκε στη συνέχεια νέο πλήγμα με την καθαίρεση όλων των εκλεγμένων διοικήσεων και την εγκατάσταση στα Διοικητικά Συμβούλια πρακτόρων του κεφαλαίου και της χούντας. Μαζί με αυτά πρέπει να υπογραμμίσουμε και το γεγονός ότι το ΚΚΕ δεν είχε παράνομες Οργανώσεις στην Ελλάδα, αφού τις είχε διαλύσει 10 χρόνια πριν.
Παρ’ όλα αυτά η πάλη κατά της δικτατορίας ξεκίνησε από τις πρώτες μέρες, με πρωταγωνιστές κομμουνιστές που είχαν διαφύγει τη σύλληψη, καθώς και από άλλες δυνάμεις που είχαν αντιδικτατορικούς στόχους. Βέβαια, ο βασικός χώρος της αντίστασης ήταν τότε τα στρατόπεδα και οι φυλακές.
Στο μεταξύ, από τη 12η Ολομέλεια της ΚΕ, το 1968, άρχισε η συγκρότηση παράνομων Κομματικών Οργανώσεων, ενώ τον Αύγουστο – Σεπτέμβρη του 1968 ιδρύθηκε η ΚΝΕ. Επρόκειτο για γεγονότα καθοριστικής σημασίας.
Από το 1971 – 1972 άρχισαν να ωριμάζουν οι υποκειμενικές προϋποθέσεις για πιο οργανωμένους και μαζικούς αγώνες. Η απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων τροφοδότησε την αντιδικτατορική πάλη με έμπειρες και αποφασισμένες δυνάμεις.
Μέσα στο 1972, άρχισαν να συγκροτούνται φοιτητικές επιτροπές, δημιουργήθηκαν τοπικοί επαρχιακοί σύλλογοι (Κρητών κ.λπ.), ενώ τον Ιούλη του 1972, με πρωτοβουλία της ΚΝΕ ιδρύθηκε η Αντι-ΕΦΕΕ και λίγο μετά εκδόθηκε η παράνομη «Πανσπουδαστική».
Το 1973 ξεκίνησε ελπιδοφόρα. Το Γενάρη πραγματοποιήθηκε αποχή των χημικών μηχανικών και αρχιτεκτόνων, ενάντια στην απόφαση της χούντας να ιδρύσει ιδιωτικά πανεπιστήμια. Το Φλεβάρη, έγινε η πρώτη κατάληψη της Νομικής, με κεντρικό αίτημα να γυρίσουν στις σχολές οι φοιτητές που η δικτατορία είχε διακόψει τις αναβολές τους, για να αποκεφαλίσει το φοιτητικό κίνημα. Ακολούθησε η δεύτερη κατάληψη το Μάρτη.
Τα θεμέλια του χουντικού οικοδομήματος άρχισαν να τρίζουν, ενώ οι αντιθέσεις στο εσωτερικό της δικτατορίας οξύνθηκαν μετά το κίνημα στο Πολεμικό Ναυτικό. Ταυτόχρονα, οξύνθηκε η λαϊκή δυσαρέσκεια εξαιτίας της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης που χτύπησε και την Ελλάδα. Η κυβέρνηση Παπαδόπουλου υποχρεώθηκε να προσαρμόσει την πολιτική της. Προκήρυξε δημοψήφισμα καταργώντας το θεσμό της βασιλείας και διόρισε κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Μαρκεζίνη, που ανέλαβε να πραγματοποιήσει εκλογές. Ηταν η λεγόμενη «φιλελευθεροποίηση», υπέρ της οποίας τάχθηκαν οι περισσότερες αστικές πολιτικές δυνάμεις, μαζί τους και οι οπορτουνιστές, οι λεγόμενοι «ανανεωτές», που είχαν ιδρύσει το «ΚΚΕ εσωτερικού». Τη χαρακτήρισαν ρωγμή που έπρεπε να αξιοποιηθεί με τη συμμετοχή των κομμάτων στις εκλογές. Ομως, με το νέο Σύνταγμα ο Παπαδόπουλος παρέμενε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο στρατός και όλος ο κρατικός μηχανισμός βρίσκονταν υπό τον έλεγχο της χούντας και το ΚΚΕ δεν προβλεπόταν να νομιμοποιηθεί, ενώ τίποτα δεν διασφάλιζε ότι οι εκλογές που θα γίνονταν θα ήταν αδιάβλητες.
Το «πείραμα Μαρκεζίνη» δεν πέρασε στο λαό. Το ΚΚΕ και η ΚΝΕ, και ο ρ/σ «Φωνή της Αλήθειας», έδωσαν όλες τις δυνάμεις τους για να αποκαλυφθεί ο χουντικός ελιγμός. Ταυτόχρονα, άρχισαν να εμφανίζονται έντονα σημάδια ριζοσπαστικοποίησης (…)
Ετσι σε γενικές γραμμές φτάσαμε στο Νοέμβρη, οπότε στις 14 του μήνα πραγματοποιήθηκε συγκέντρωση στο Πολυτεχνείο, όπου αποφασίστηκε η κατάληψή του. Το βράδυ άρχισαν να καταφτάνουν χιλιάδες λαού. Σημαντικό ρόλο έπαιξε η Κομματική Οργάνωση Αθήνας, που κατά βάση κινητοποίησε εργατικές δυνάμεις.
Μετά το χτύπημα του Πολυτεχνείου και έως τον Ιούλη του 1974 κυριαρχούσε ένας γενικός αναβρασμός, που όμως δεν εκφράστηκε με αντίστοιχο ανατρεπτικό κίνημα. Τις κυοφορούμενες μαζικές αντιδράσεις πρόλαβαν οι αστικές ηγεσίες. Σε συμβιβασμό με τη χούντα του Ιωαννίδη ανέλαβαν τη διακυβέρνηση. Το λαϊκό κίνημα και το Κόμμα δεν μπόρεσαν να βάλουν τη σφραγίδα τους για ν’ αλλάξει η πορεία των εξελίξεων. Οι δυνάμεις του ΚΚΕ ήταν ελάχιστες, ενώ το ίδιο δεν είχε την απαραίτητη πολιτική- στρατηγική ετοιμότητα.
Αντλούμε διδάγματα για να σταθούμε στο ύψος των σύγχρονων απαιτήσεων
(…) Το ΚΚΕ και η ΚΝΕ ήταν η ψυχή του αντιδικτατορικού αγώνα. Αυτή η διαπίστωση, ωστόσο, δεν μας απαλλάσσει καθόλου από την ευθύνη να βγάλουμε διδάγματα για να έρθουν το Κόμμα και η ΚΝΕ στο ύψος που απαιτούν οι σημερινές ανάγκες της ταξικής πάλης και του καθήκοντος που θέτουν τα κομματικά Συνέδρια (19ο και 20ό), καθώς και το προετοιμαζόμενο 12ο Συνέδριο της ΚΝΕ (…)
Ορισμένοι υποστηρίζουν καλοπροαίρετα ότι στις δοσμένες συνθήκες η πολιτική συμμαχιών του Κόμματος ήταν σωστή, αφού ως άμεσος στόχος έπρεπε να τεθεί η ανατροπή της δικτατορίας. Το ίδιο υποστηρίζουν και για την περίοδο της φασιστικής κατοχής. Οτι δηλαδή το κύριο ζήτημα ήταν η απελευθέρωση της χώρας.
Βλέπουν μόνο τη μία πλευρά του νομίσματος. Γιατί; Γιατί αυτή η άποψη αποσυνδέει την πάλη για την ανατροπή της δικτατορίας από την πάλη για την εργατική εξουσία. Αποσυνδέει την πάλη τον καιρό της κατοχής για την απελευθέρωση, από την πάλη για την εργατική εξουσία, όπως έγινε την Κατοχή με τα ΚΚ Γαλλίας, Ιταλίας, Ελλάδας κ.ά., που μπήκαν σε αστικές κυβερνήσεις διαχείρισης.
Η διαμόρφωση αντίστοιχων προγραμμάτων (αντιδικτατορικού χαρακτήρα, αντιφασιστικού, αντιμονοπωλιακού αργότερα) δεν αποτελούσε τακτική, όπως ακούμε από διάφορες πλευρές. Αποτελούσε στρατηγική, αφού, θέτοντας κυβερνητικό στόχο στο έδαφος του καπιταλισμού, απομάκρυνε τα ΚΚ από το στόχο του σοσιαλισμού, παρότι δεν τον είχαν εγκαταλείψει προγραμματικά (…)
Το ΚΚ στον καπιταλισμό πρέπει να έχει στρατηγική ανατροπής της καπιταλιστικής εξουσίας, ανεξάρτητα από τη μορφή της ή τις συνθήκες δράσης του Κόμματος (νόμιμες, ημινόμιμες, παράνομες). Ακόμα, ανεξάρτητα αν η μορφή της καπιταλιστικής εξουσίας είναι κομματική κυβέρνηση στηριγμένη στο Κοινοβούλιο ή όχι, ή κυβέρνηση τεχνοκρατών ή στρατιωτικών εκπροσώπων της αστικής τάξης, σε εμπόλεμη ή μη εμπόλεμη κατάσταση.
Βεβαίως, αντίθετα από την κατηγορία που εκτοξεύουν διάφοροι οπορτουνιστές, διαστρεβλώνοντας συνειδητά τη θέση μας, ποτέ δεν υποστηρίξαμε ότι το ΚΚΕ θα έπρεπε από την πρώτη στιγμή της δικτατορίας ή της Κατοχής, να θέσει ως σύνθημα δράσης την πραγματοποίηση σοσιαλιστικής επανάστασης. Αυτό προϋποθέτει πρώτα απ’ όλα την ύπαρξη επαναστατικής κατάστασης που είναι αντικειμενικό γεγονός και δεν εξαρτάται από τις προθέσεις κανενός επαναστάτη. Το ζήτημα ήταν να έχει το Κόμμα σταθερή προσήλωση στο στόχο του σοσιαλισμού ως αναγκαίου και επίκαιρου καθήκοντος και να προετοιμάζει τις δυνάμεις του καθώς και την εργατική τάξη σε αυτήν την κατεύθυνση, ώστε να είναι σε θέση ο υποκειμενικός παράγοντας να δράσει αποφασιστικά εφόσον διαμορφωθούν και οι αντικειμενικές προϋποθέσεις.
Η εξέταση εκείνης της περιόδου αναδεικνύει ακόμα τη σημασία που έχουν η ύπαρξη και άρα η οργανωτική αυτοτέλεια του ΚΚΕ, το ρίζωμά του στους τόπους δουλειάς και κατοικίας, οι ισχυροί δεσμοί με τους μισθωτούς και τους φτωχούς αυτοαπασχολούμενους.
Η κομμουνιστική στράτευση έστω και ενός νέου ανθρώπου έχει πολλαπλάσια αποτελέσματα
Με την ίδρυση της ΚΝΕ δημιουργήθηκε η μαρξιστική – λενινιστική Οργάνωση της νέας γενιάς, που επί 25 χρόνια έλειπε από την ταξική πάλη. Δίχως να τίθεται σε αμφισβήτηση η μεγάλη και ηρωική δράση της ΕΠΟΝ, η συνεισφορά της, καθώς και η συνεισφορά της ΔΝ Λαμπράκη, είμαστε υποχρεωμένοι να υπογραμμίσουμε τα εξής: Η μακρόχρονη απουσία από την Ελλάδα Κομμουνιστικής Νεολαίας απέβη σε βάρος του κινήματος της νεολαίας. Απέβη σε βάρος και του Κόμματος, αφού του στέρησε την πηγή ανάδειξης στελεχών διαπαιδαγωγημένων με τα κομμουνιστικά ιδανικά. Ηταν δεξιά παρέκκλιση, που με τη σειρά της έγινε μία από τις αιτίες του οπορτουνιστικού ρεύματος μέσα στο Κόμμα, που κορυφώθηκε στη 12η Ολομέλεια το 1968. (…)
Επί 50 χρόνια η ΚΝΕ δέχεται πολύμορφες επιθέσεις απ’ όλες τις κατευθύνσεις. Αυτοί που εκφράζουν το παλιό, δηλαδή το ιστορικά ξεπερασμένο καπιταλιστικό σύστημα, αλλά και εκείνοι που εμφανίζονται με τη μάσκα της «ανανέωσης», κατηγορούσαν και κατηγορούν την ΚΝΕ ως γερασμένο εκφραστή δογμάτων που χρεοκόπησαν. Ομως η αντικομμουνιστική επίθεση που εντείνεται, αποδεικνύει ότι φοβούνται την ΚΝΕ και βέβαια το Κόμμα της. Τη φοβούνται γιατί γνωρίζουν ότι κινείται σε σωστή γραμμή και ότι ενσαρκώνει τη μελλοντική κοινωνία, που είναι βέβαιο ότι θα αντικαταστήσει το σάπιο καπιταλιστικό σύστημα. Γι’ αυτό και η επίθεση περί ξεπερασμένων δογμάτων, περί συστημικού κόμματος κ.λπ. (…)
Τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τη μελέτη της Ιστορίας του Κόμματος εκφράζονται με την απαίτηση των καιρών το Κόμμα και η Νεολαία του να ισχυροποιούν όλο και περισσότερο τα επαναστατικά χαρακτηριστικά τους σε μη επαναστατικές συνθήκες, ζήτημα που τίθεται και στις Θέσεις του ΚΣ της ΚΝΕ για το 12ο Συνέδριο.
Πρόκειται για ένα κρίσιμο ζήτημα, που δεν αντιμετωπίζεται βέβαια εν κενώ. Συνδέεται με τη συνεχή κατάκτηση της γνώσης, με την αφομοίωση της θετικής και αρνητικής εμπειρίας, με την πάλη για την ανασύνταξη του κινήματος, την προώθηση της αντικαπιταλιστικής – αντιμονοπωλιακής πάλης στο πλαίσιο της Κοινωνικής Συμμαχίας, τη δράση ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, για την εργατική εξουσία. Βασικά στοιχεία είναι η πάλη για την ισχυροποίηση της Οργάνωσης και η αλλαγή του συσχετισμού των δυνάμεων στο εργατικό κίνημα και στο κίνημα της νεολαίας.
Το σύνθημα «Γερή και μαζική ΚΝΕ», με όλες τις πλευρές που περιέχει, είναι συστατικό μεγάλης εμβέλειας στον σκληρό αγώνα της ανασύνταξης του κινήματος, που η εκπλήρωσή του τίθεται ως καθήκον στις συνθήκες της αντεπανάστασης.
Αυτό το τελευταίο τού προσδίδει ακόμα μεγαλύτερη σημασία. Εχει μεγάλη αξία ακόμα και μία στρατολογία στις σημερινές συνθήκες. Η στρατολογία και μόνο ενός νεολαίου συνιστά σημαντική επαναστατική πράξη, και για την ΚΝΕ και για τον νέο ή την νέα που αποφασίζουν να γίνουν μέλη της. Η κομμουνιστική στράτευση ακόμα και ενός σημαίνει πολλαπλάσια ποιοτικά αποτελέσματα για το κίνημα, ας μην κάνει από μόνη της ισχυρό κρότο. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι απαιτήσεις είναι λίγες. Η ΚΝΕ χρειάζεται πολύ περισσότερη μαζικότητα, που ταυτόχρονα θα ανεβάζει και την ποιότητα.

Επίκαιρα τα βασικά συνθήματα του Πολυτεχνείου
Τα βασικά συνθήματα που προβλήθηκαν στο Πολυτεχνείο, το 1973, όχι μόνο δεν επιλύθηκαν, αλλά και παραμένουν το ίδιο επίκαιρα. Σε πρώτη γραμμή βρίσκονται τα αιτήματα της εξόδου από το ΝΑΤΟ, μαζί με την απομάκρυνση των αμερικανικών και ΝΑΤΟικών βάσεων από την Ελλάδα, βεβαίως και με τα προβλήματα διαβίωσης της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, εκφράζοντας τα συμφέροντα της ελληνικής αστικής τάξης και τις συμμαχίες της, έχει μετατρέψει την Ελλάδα σε πεδίο κατάσπαρτο με τις παλιές βάσεις και με τις νέες που παραχωρεί. Σημαιοφόρος του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ και χωμένη ως το λαιμό στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, παλεύει, όπως λέει, για την ειρήνη και για την αναβάθμιση της Ελλάδας. Δηλαδή, σερβίρει στο λαό το ίδιο παραμύθι που τα αστικά κόμματα λένε εδώ και δεκαετίες, κρύβοντας ότι η αναβάθμιση, που επιχειρεί, δεν αφορά το συμφέρον του λαού, αφορά αποκλειστικά και μόνο το καπιταλιστικό συμφέρον. Το ΝΑΤΟ, η ΕΕ και η εγχώρια αστική τάξη αναβαθμίζονται με τη συμφωνία των Πρεσπών. Εξάλλου, και μόνο η λέξη αναβάθμιση υποδηλώνει τον καπιταλιστικό ανταγωνισμό. Η αναβάθμιση του ενός θα γίνει σε βάρος κάποιου άλλου ή άλλων καπιταλιστικών κρατών.
Η εμπλοκή της Ελλάδας στους αμερικανοΝΑΤΟικούς σχεδιασμούς βρίσκει σύμφωνα όλα τα αστικά πολιτικά κόμματα, από τον δήθεν αριστερό ΣΥΡΙΖΑ μέχρι τη ναζιστική Χρυσή Αυγή. Και γίνεται, ενώ την ίδια ώρα ο λαός έχει ματώσει από τα μνημόνια και το 2% του ΑΕΠ πηγαίνει κάθε χρόνο για στρατιωτικές δαπάνες ενίσχυσης του ΝΑΤΟ.
Η Ιστορία έχει αποδείξει ότι είναι απάτη πως έτσι προστατεύεται η Ελλάδα από γείτονες που επιβουλεύονται την εδαφική ακεραιότητα, τη στιγμή που ΝΑΤΟ και ΕΕ δεν αναγνωρίζουν ούτε σύνορα στο Αιγαίο.
Η εμπλοκή της Ελλάδας στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς ενέχει για το λαό τον μεγάλο κίνδυνο να μπει στο σφαγείο ενός πολέμου με αντικείμενο το μοίρασμα των αγορών και των δρόμων του αερίου. Στο όνομα των δήθεν «εθνικών συμφερόντων» τού ζητούν να επιδείξει ενότητα και ομοψυχία (…)
Εθνική ενότητα δεν υπήρξε και δεν μπορεί να υπάρξει στον καπιταλισμό, γιατί οι ταξικές αντιθέσεις είναι ασυμφιλίωτες. (…)

Η ταξική ουσία του αστικού κράτους παραμένει ίδια
Από την περίοδο της δικτατορίας και από τα χρόνια που ακολούθησαν μέχρι σήμερα προκύπτουν μια σειρά από επίκαιρα διδάγματα.
Α) Το πέπλο που φοράει το κράτος, της δήθεν ελευθερίας, δημοκρατίας και προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων, κρύβει τον ταξικό χαρακτήρα του ως κράτους καπιταλιστικού. Το σημερινό κράτος σε τίποτα δεν έχει αλλάξει την ταξική ουσία του από την περίοδο της δικτατορίας. Κι αυτό ισχύει, όποιο κόμμα από το πολιτικό προσωπικό του κεφαλαίου και αν βρίσκεται στη διακυβέρνηση. Η μορφή άσκησης της εξουσίας αλλάζει κάθε φορά ανάλογα με τις αστικές ανάγκες, αλλά και την πίεση που ασκεί η πάλη του λαϊκού κινήματος, για περισσότερες ελευθερίες και δικαιώματα. Ομως, ο χαρακτήρας και οι στόχοι της αστικής εξουσίας μένουν οι ίδιοι.
Αυτό αποτυπώνεται και με την τωρινή αναθεώρηση του Συντάγματος. Κοινός στόχος όλων των αστικών πολιτικών δυνάμεων είναι η θωράκιση του αστικού πολιτικού συστήματος. (…)
Αποτελεί υποκρισία ο ισχυρισμός ότι με την καθιέρωση δημοψηφισμάτων προωθείται η άμεση δημοκρατία και ενισχύεται η λαϊκή κυριαρχία. Αμεση δημοκρατία και λαϊκή κυριαρχία πραγματική δεν μπορεί να υπάρχουν σε συνθήκες καπιταλιστικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής. Μόνο όταν αυτά κοινωνικοποιηθούν και διευθύνονται από την εργατική εξουσία με εργατικό έλεγχο στους τόπους δουλειάς και στους κλάδους, μόνο τότε μπορεί να γίνει λόγος για ουσιαστική άμεση δημοκρατία.
Στο Σύνταγμα, που αποτελεί την ανώτατη θεσμοθέτηση της αστικής βίας απέναντι στην εργατική τάξη και στα λαϊκά στρώματα, αποτυπώνεται νομικά ο καπιταλιστικός χαρακτήρας του κράτους. Κατοχυρώνονται η καπιταλιστική ιδιοκτησία και εξουσία, οι δεσμοί της Ελλάδας με την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, οι διεθνείς συμμαχίες της. (…)
Αποφασιστική απάντηση στο φασισμό μπορεί να δώσει μόνο η Λαϊκή Συμμαχία
Β) Στις μέρες μας πυκνώνουν οι φωνές αστικών κοινοβουλευτικών κομμάτων, που διακηρύσσουν σε όλους τους τόνους την ανάγκη να διαμορφωθεί μέτωπο κατά των ακροδεξιών – φασιστικών δυνάμεων στην Ευρώπη. Ποιοι τα λένε αυτά;
Είναι οι ίδιοι που ηγούνται στην επίθεση για την ένταση και διαιώνιση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Αυτοί που βάζουν στο ίδιο τσουβάλι το φασισμό με τον κομμουνισμό, που θωρακίζουν το αστικό κράτος, που επιβάλλουν καθεστώς τρομοκρατίας στους τόπους δουλειάς. Ολοι αυτοί ζητάνε να γίνει ένα «προοδευτικό αντιφασιστικό μέτωπο». Δεν είναι πρόκληση;
Δεύτερο ερώτημα: Από πού φυτρώνουν και αναπτύσσονται οι φασιστικές οργανώσεις; Δεν εκφράζουν τμήματα μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, που βρίσκονται σε ανταγωνισμό με άλλα τμήματα; Οι ίδιες οι φασιστικές οργανώσεις δεν υπηρετούν με τη σειρά τους τα συμφέροντα του κεφαλαίου; Δεν οργανώνουν απεργοσπαστικές δολοφονικές δράσεις;
Το να δεχτεί, λοιπόν, κάθε εργαζόμενος την ανάγκη συγκρότησης ενός «αντιφασιστικού μετώπου», σημαίνει ότι δεν αγωνίζεται για πρόοδο και προκοπή, αλλά ότι θα συνεχίσει να βρίσκεται κάτω από ξένη σημαία, άρα είναι από χέρι χαμένος.
Το φασισμό τον γεννά ο καπιταλισμός, η αντιλαϊκή πολιτική κάθε απόχρωσης.
Η Ιστορία έχει αποδείξει ότι η φασιστική μορφή άσκησης της καπιταλιστικής κυριαρχίας δεν γεννιέται απλώς και κυρίως στο μυαλό κάποιων εγκεφάλων, που μπορεί να είναι και διαταραγμένοι, όπως ακούμε πολλές φορές. Το εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα του Χίτλερ χρηματοδότησαν οι «Κρουπ», «Τίσσεν», «Ζήμενς» και άλλοι επιχειρηματικοί όμιλοι των ΗΠΑ, Μεγ. Βρετανίας, Γαλλίας, που προσπαθούσαν να τον στρέψουν κατά της Σοβιετικής Ενωσης, που ήταν ο κοινός αντίπαλός τους. Το ίδιο έκαναν και με τον Μουσολίνι, μαζί με τον βασιλιά της Ιταλίας και το Βατικανό.
Ακριβώς γι’ αυτό, την απάντηση στο φασισμό μπορεί να τη δώσει, αποφασιστικά και ριζικά, μόνο η Λαϊκή Συμμαχία που έχει αντικαπιταλιστικό, αντιμονοπωλιακό περιεχόμενο και στοχεύει στην ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας και στην εγκαθίδρυση της εξουσίας της εργατικής τάξης. Γιατί; Πρώτα από όλα γιατί αυτή η εξουσία θα κοινωνικοποιήσει τα μέσα παραγωγής, δηλαδή θα αφαιρέσει την οικονομική βάση στην οποία στηρίζεται ο φασισμός, την καπιταλιστική ιδιοκτησία, ενώ θα υπερασπίσει την εργατική εξουσία με όλα τα μέσα.