
ΑΝΑΠΗΡΙΚΕΣ ΠΑΡΟΧΕΣ – ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ:
Στο «σφαγείο» των ΚΕΠΑ έρχεται να προστεθεί ο κόφτης της «λειτουργικότητας»
Μέσα σε μια πενταετία (2012 – 2017), πάνω από 700.000 άνθρωποι πέρασαν το κατώφλι των ΚΕΠΑ («Κέντρα Πιστοποίησης Αναπηρίας»). Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Συντονιστικής Επιτροπής Αγώνα Αναπήρων (ΣΕΑΑΝ), οι βαριά ανάπηροι ξεπερνούν τις 500.000. Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ έχει ανακοινώσει ότι αναπηρικά επιδόματα θα δικαιούνται μόλις οι 185.000, ενώ ήδη την τελευταία πενταετία έχουν μείνει χωρίς αναπηρικό επίδομα και σύνταξη πάνω από 150.000 άνθρωποι. Ενδεικτικό είναι ότι το ποσοστό των συνταξιούχων αναπηρίας του ΙΚΑ το 2008 ήταν 14% του συνόλου, ενώ δέκα χρόνια μετά έχει πέσει κάτω από το 6%…
Ακόμη όμως και οι «τυχεροί» που θα λάβουν επίδομα αναπηρίας, περνώντας κάθε τρεις και λίγο από Επιτροπές, στην πραγματικότητα παίρνουν ψίχουλα που δεν φτάνουν ούτε για τα απολύτως απαραίτητα για να καλύψουν τις ανάγκες της ασθένειας/αναπηρίας τους, πολύ περισσότερο για να ζήσουν αξιοπρεπώς απ’ αυτά: Τα επιδόματα αναπηρίας σήμερα κυμαίνονται από 200 ευρώ (π.χ. για τους νεφροπαθείς), η συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων βρίσκεται γύρω στα 300 ευρώ (π.χ. βαριές αναπηρίες), ενώ ένα πολύ μικρό ποσοστό παίρνει 700 ευρώ (παραπληγικοί και άνεργοι τυφλοί).
Στο «οπλοστάσιο» των περικοπών προστίθεται και η «λειτουργικότητα»
Την τελευταία δεκαετία, οι δαπάνες για την Πρόνοια μειώθηκαν κατά 50%, ενώ το 3ο μνημόνιο προέβλεπε νέα μείωση κατά 900 εκατομμύρια ευρώ ετησίως.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, στα χνάρια των προκατόχων της, περνάει μια σειρά αντιλαϊκά μέτρα προκειμένου να μειώσει ακόμη περισσότερο το κόστος για το αστικό κράτος και τις ελάχιστες παροχές που δίνονται σήμερα. Η κατεύθυνση που έχει δοθεί – με βάση και την έκθεση του ΟΟΣΑ για την Ελλάδα το 2013 – είναι η συνολική δαπάνη για τα επιδόματα και τις συντάξεις αναπηρίας να πέσει από το 1% του ΑΕΠ στο 0,3%.
Σημαντικό εργαλείο για την επίτευξη αυτού του αντιλαϊκού στόχου, που θα επιδεινώσει παραπέρα τη ζωή των ΑμεΑ και των χρόνιων πασχόντων από τα λαϊκά στρώματα, αποτελεί η περιβόητη «λειτουργικότητα» της αναπηρίας.
Οπως αναφέρεται στην πρόσφατη απόφαση του Γιούρογκρουπ για τη «μεταμνημονιακή» περίοδο, «η Ελλάδα θα ολοκληρώσει τη μεταρρύθμιση των δικτύων κοινωνικής ασφάλισης που δρομολογήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος. Για τον σκοπό αυτό θα εφαρμοστεί σε όλα τα επιδόματα αναπηρίας η νέα προσέγγιση για τον προσδιορισμό της αναπηρίας, με βάση τόσο την ιατρική όσο και τη λειτουργική αξιολόγηση μέχρι τα μέσα του 2019».
Ηδη, σε αυτήν την κατεύθυνση, έχει προηγηθεί το «ανοιχτό» σε μελλοντικές Υπουργικές Αποφάσεις και εγκυκλίους άρθρο 215 του πολυνομοσχεδίου που ψηφίστηκε τον περασμένο χειμώνα, σχετικά με το νέο σύστημα και τα κριτήρια απονομής των επιδομάτων των ΑμεΑ και των συντάξεων αναπηρίας.
Η λεγόμενη «λειτουργικότητα» ή «λειτουργική αξιολόγηση» της αναπηρίας θέτει ως κριτήριο για να πάρει κάποιος επίδομα ή σύνταξη την οικονομική κατάσταση του αναπήρου και της οικογένειάς του, την κοινωνικότητά του, την περιουσιακή του κατάσταση, το μορφωτικό του επίπεδο κ.ά., παραγκωνίζοντας τις αυξημένες και ιδιαίτερες καθημερινές ανάγκες του.
Μέσα από το σύνολο των κριτηρίων της «λειτουργικότητας», δημιουργούνται πρόσθετα φίλτρα ώστε οι κρατικές παροχές να χορηγούνται μόνο σε όσους βρίσκονται στα όρια της εξαθλίωσης. Ο «κόφτης» της «λειτουργικότητας», εξάλλου, δεν είναι σημερινό «φρούτο», αποτελεί στρατηγική κατεύθυνση της ΕΕ, είχε πρωτοανακοινωθεί από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 2002, λίγα χρόνια αργότερα επιχείρησε να την περάσει η κυβέρνηση της ΝΔ και σήμερα επανέρχεται.
Μαζικές «σφαγές» στα ποσοστά αναπηρίας από τα ΚΕΠΑ
Κι όλα αυτά όταν, με το ήδη διαμορφωμένο αντιλαϊκό πλαίσιο, οι καταγγελίες για «σφαγή» στα ποσοστά αναπηρίας και απάνθρωπες συμπεριφορές από τις Επιστημονικές Επιτροπές των ΚΕΠΑ είναι αμέτρητες, αναγκάζοντας χιλιάδες ανθρώπους να μπαίνουν σ’ ένα κυνηγητό ποσοστών με ενστάσεις, εξετάσεις, επανεξετάσεις, επιπλέον έξοδα και ταλαιπωρία.
Τα ποσοστά για τη σκλήρυνση κατά πλάκας έχουν πέσει στο 30%, παιδιά με βαριά νοητική στέρηση βγαίνουν με ποσοστά αναπηρίας 45 και 50% ή ακόμη χαρακτηρίζονται ικανά προς εργασία, χάνοντας τη δυνατότητα της έμμεσης ασφάλισης από τον γονιό/σύζυγο ή τη δυνατότητα να πάρουν μέρος της σύνταξης του θανόντα γονιού. Κόβονται ποσοστά σε μη εμφανείς αναπηρίες, που όμως η σοβαρότητά τους είναι οξυμένη (π.χ. νευρολογικές εκφυλιστικές παθήσεις).
Οσον αφορά τους εργαζόμενους που παθαίνουν εργατικό «ατύχημα» ή σοβαρό πρόβλημα υγείας, το πρώτο διάστημα που είναι εμφανές το πρόβλημα και δικαιούνται προσωρινή αναπηρική σύνταξη, τους δίνεται το ανάλογο ποσοστό. Συχνά, όμως, όταν πλησιάζουν κοντά στη μονιμοποίηση της σύνταξης – μετά την 5η επανεξέταση – τους μειώνεται το ποσοστό. `Η σε άλλες περιπτώσεις, που κάποιος αδυνατεί να κάνει το επάγγελμα που έκανε μέχρι πρόσφατα, χωρίς να του εξασφαλίζεται άλλη θέση εργασίας, δεν παίρνει σύνταξη αναπηρίας καθώς κρίνεται ικανός προς εργασία.
Να σημειωθεί, εξάλλου, ότι σύμφωνα με το ν. 2643, το 4% των θέσεων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα πρέπει να διατίθεται σε ανάπηρους και χρονίως πάσχοντες. Ο συγκεκριμένος νόμος έχει να εφαρμοστεί εδώ και μία δεκαετία, ενώ πάνω από το 90% των ικανών προς εργασία αναπήρων είναι άνεργοι…
Απάντηση με ενίσχυση της πάλης ενάντια στην εγκληματική πολιτική
Ολα τα κόμματα που υπηρετούν τις επιταγές του κεφαλαίου έχουν τεράστιες ευθύνες για αυτήν την εγκληματική πολιτική, την ίδια πολιτική που συγχρόνως αφήνει πίσω της καθημερινά σακατεμένους εργάτες από εργατικά «ατυχήματα» και επαγγελματικές ασθένειες που θερίζουν.
Το επιστημονικό προσωπικό, οι γιατροί οφείλουν να αρνηθούν να χρησιμοποιηθούν ως μηχανισμός περικοπής επιδομάτων σε βάρος των χρονίως πασχόντων από τα λαϊκά στρώματα, για να εξασφαλιστούν κονδύλια για τη στήριξη των μεγαλοεπιχειρηματιών.
Είναι επιτακτική ανάγκη η ενίσχυση της πάλης για ένα κεντρικά σχεδιασμένο δίκτυο υπηρεσιών πρόληψης της αναπηρίας και προστασίας της ζωής και της υγείας των εργαζομένων στους χώρους δουλειάς. Που θα συνδέεται με εξειδικευμένες αποκλειστικά δημόσιες και δωρεάν κοινωνικές υπηρεσίες στήριξης της οικογένειας και εξειδικευμένα κέντρα για βαριές αναπηρίες, δημόσια κέντρα πρόληψης και έγκαιρης διάγνωσης, θεραπείας και αποκατάστασης, δωρεάν παροχή όλων των απαραίτητων φαρμάκων και βοηθημάτων, δημόσια και δωρεάν κέντρα ανοιχτής ή κλειστής, προσωρινής ή μόνιμης παραμονής και στήριξης των βαριά αναπήρων.
ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ ΧΗΡΕΙΑΣ:
Στη μέγγενη των αντιασφαλιστικών ανατροπών
Στη μέγγενη των αντιασφαλιστικών ανατροπών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, σε συνέχεια και κλιμάκωση των αντιασφαλιστικών νόμων των προηγούμενων κυβερνήσεων, βρέθηκαν μαζί με όλους τους συνταξιούχους και οι δικαιούχοι συντάξεων χηρείας.
Η ψήφιση του νόμου 4387/2016 και ειδικότερα το άρθρο 12 επέφερε μεγάλες ανατροπές στο καθεστώς των συντάξεων χηρείας, οι οποίες, όπως αποδείχτηκε στην πράξη, μετατρέπονται πλέον σε προνοιακά επιδόματα.
Πολλαπλά χτυπήματα από τον «νόμο Κατρούγκαλου»
Το πρώτο μεγάλο χτύπημα δίνεται με τη διάταξη του νόμου που προβλέπει αφενός ότι η σύνταξη θανάτου (χηρείας) μειώνεται κατά 50% σε σχέση με τη σύνταξη του θανόντος (έναντι μείωσης κατά 30% στο παλιό σύστημα) και αφετέρου ότι οι δικαιούχοι της σύνταξης θανάτου που δεν έχουν συμπληρώσει τα 55 έτη, θα την πάρουν μόνο για τρία χρόνια (στο παλιό σύστημα δεν υπήρχε τέτοιος ηλικιακός περιορισμός). Στην περίπτωση που ο δικαιούχος συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας μέσα στην τριετία από την ημερομηνία θανάτου, τότε θα λάβει τη σύνταξη για τρία χρόνια και μετά θα την ξαναπάρει μετά το 67ο έτος της ηλικίας του. Μάλιστα, στην περίπτωση που ο (η) δικαιούχος της μειωμένης σύνταξης έχει εισόδημα από άλλη πηγή, μετά την πάροδο της τριετίας, το ποσό που θα λαμβάνει μειώνεται εκ νέου κατά 50%.
Επιπλέον, οι συντάξεις χηρείας για θανάτους που επέρχονται μετά τις 13/5/2016, υπολογίζονται πλέον με βάση το νέο τρόπο (εθνική και ανταποδοτική), χωρίς όμως την προσωπική διαφορά. Ετσι, ο (η) επιζών σύζυγος εφόσον πληροί τις ηλικιακές προϋποθέσεις, θα λάβει όχι το 50% της αρχικής σύνταξης του θανόντος, αλλά το 50% της νέας μικρότερης σύνταξης, υπολογισμένης σύμφωνα με όσα ορίζει ο ν.4387.
Παρά τους αρχικούς ισχυρισμούς της κυβέρνησης, πως οι μειώσεις στις συντάξεις χηρείας δεν θα είναι μεγάλες – και τον ακόμα πιο προκλητικό ισχυρισμό ότι θα έχουν και αυξήσεις! – η εφαρμογή του νόμου στις περιπτώσεις που ο θάνατος του συνταξιούχου επήλθε μετά το Μάη του 2016, οδήγησε σε συντάξεις ακόμα και μικρότερες των 200 ευρώ. Η αθλιότητα αυτή ανάγκασε την κυβέρνηση να ψηφίσει διάταξη που έβαζε πλαφόν προς τα κάτω στις συντάξεις χηρείας (360 ευρώ μεικτά), αφήνοντας όμως άθικτο όλο το υπόλοιπο νομοθετικό πλαίσιο για τις νέες συντάξεις θανάτου (χηρείας). Επιπλέον, μετά την πάροδο της τριετίας και στην περίπτωση που ο δικαιούχος εργάζεται ή έχει δική του σύνταξη, είναι αμφίβολο αν αυτό το πλαφόν θα συνεχίσει να ισχύει, καθώς στη σχετική διάταξη δεν υπάρχει αναφορά.
Ομως, ακόμα και με την ύπαρξη πλαφόν, η πραγματικότητα που διαμορφώνεται είναι δραματική για τις οικογένειες των θανόντων, οι οποίες πέρα από την απώλεια του ανθρώπου τους, σε πολλές περιπτώσεις, όταν μάλιστα δεν υπάρχουν και άλλες πηγές εισοδήματος, περιέρχονται σε κατάσταση ένδειας.
Παρέμβαση του ΚΚΕ στη Βουλή
Σε συνέχεια των παρεμβάσεων του ΚΚΕ ενάντια στο πετσόκομμα των συντάξεων χηρείας, πραγματοποιήθηκε πρόσφατα συνάντηση του ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρη Κουτσούμπα, με αντιπροσωπεία του Συλλόγου Συζύγων Θανόντων ΑΞΙΑ (Αξιοπρέπεια – Ισότητα – Αλληλεγγύη), κατά την οποία αναδείχθηκαν όλα τα παραπάνω προβλήματα.
Στη συνέχεια, το ΚΚΕ κατέθεσε εκ νέου σχετική Ερώτηση στη Βουλή προς το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης με τα αιτήματα που τέθηκαν και επιγραμματικά είναι τα ακόλουθα:
- Η σύνταξη θανάτου να επανέλθει στο 70% της σύνταξης που ελάμβανε ή επρόκειτο να λάβει ο θανών χωρίς καμιά διακοπή στη συνέχεια.
- Επαναφορά της προϋπόθεσης συνταξιοδότησης λόγω θανάτου που ίσχυε μέχρι 12/5/2016 με 1.500 μέρες εργασίας – ασφάλισης, εκ των οποίων 300 στην πενταετία πριν το θάνατο.
- Το ανήλικο παιδί να λαμβάνει το 70% της σύνταξης του θανόντος.
- Αν είναι ανίκανο το τέκνο πριν τα 24 και πριν το θάνατο του γονέα του, αν μείνει μόνος δικαιούχος, η σύνταξη να ανέρχεται στο 70% της σύνταξης του θανόντος.
- Σύνταξη να δικαιούται και ανήλικο παιδί που θα μείνει ανίκανο μετά το θάνατο του γονέα του χωρίς διακοπή μετά τα 18 ή τα 24.
- Ο επιζών σύζυγος να παίρνει συνεχώς τη σύνταξη του θανόντος αν είναι άνεργος.
Ως προϋπόθεση για όλα τα παραπάνω, το ΚΚΕ απαιτεί την κατάργηση του άρθρου 12 του ν. 4387/16.
- Από τον “Ριζοσπάστη” της Πέμπτης 5 Ιούλη 2018